Κανόνες δεοντολογίας / by

Η χορήγηση ενός ψυχομετρικού τεστ πρέπει να συνοδεύεται πάντοτε από κάποιο σημαντικό λόγο και για όφελος του εξεταζόμενου. Οι πελάτες του/της Ψυχολόγου ουδέποτε υποβάλλονται σε ψυχομετρικές δοκιμασίες επί ματαίω. Σε περίπτωση παραπομπής, εάν ο/η Ψυχολόγος κρίνει ότι η χορήγηση κάποιου τεστ δεν υπόκειται στις παραπάνω αρχές, έχει το δικαίωμα να αρνηθεί να χορηγήσει τη δοκιμασία.

Βασική προϋπόθεση για τη χορήγηση είναι η αβίαστη συμφωνία του εξεταζόμενου, έπειτα από πλήρη ενημέρωσή του σχετικά με θέματα που αφορούν τη διαδικασία. Στην περίπτωση των ανηλίκων, χρειάζεται η σύμφωνη γνώμη του ανήλικου και του κηδεμόνα.

Τα αποτελέσματα των τεστ εντάσσονται στο επαγγελματικό απόρρητο που προστατεύει τις πληροφορίες μεταξύ Ψυχολόγου και Πελάτη. Στην περίπτωση των εξεταζόμενων παιδιών, εξαιρούνται αυτού του περιορισμού οι κηδεμόνες, έπειτα από σχετική ενημέρωση του παιδιού. Στην περίπτωση των εξεταζόμενων εφήβων, και ιδίως όταν ανήκουν στη μέση και όψιμη εφηβεία (15 ετών και άνω), υπάρχει πιθανότητα να μην ανακοινωθούν συγκεκριμένα ευρήματα στους κηδεμόνες, εφ’ όσων ζητηθεί κάτι τέτοιο από τον/την εξεταζόμενο/η και τα ευρήματα δεν αφορούν σε πιθανό κίνδυνο της ζωής του εξεταζόμενου ατόμου ή άλλου. Σε περιπτώσεις μικρών παιδιών, οι κηδεμόνες αποφασίζουν για τυχόν κοινοποίηση ή μη των αποτελεσμάτων στο παιδί.

Τα προβολικά τεστ προσωπικότητας και οι Ελληνικές Κλίμακες Νοημοσύνης του Wechsler για Παιδιά (WISC-III) χορηγούνται αποκλειστικά και μόνο από Ψυχολόγους, κατόχους πτυχίου Ψυχολογίας και Άδειας Άσκησης Επαγγέλματος Ψυχολόγου, οι οποίοι έχουν λάβει την κατάλληλη εκπαίδευση.